κατωσέντονο

κατωσέντονο
το
το κάτω σεντόνι τού κρεβατιού που καλύπτει το στρώμα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κατωσέντονο — το το κάτω σεντόνι του κρεβατιού: Λέρωσε το κατωσέντονο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πανωσέντονο — το το επάνω από τα δύο σεντόνια (αντίθ. κατωσέντονο): Το πανωσέντονο είναι μεγαλύτερο από το κατωσέντονο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • επανωσέντονο — και πανωσέντονο, το σεντόνι με το οποίο σκεπάζεται κανείς όταν πλαγιάζει στο κρεβάτι (σε αντίθεση με το κατωσέντονο) …   Dictionary of Greek

  • κάτω — και κάτου (ΑΜ κάτω) επίρρ. 1. σε κατώτερο σημείο, χαμηλά (α. «τόν πέταξε κάτω από το παράθυρο» β. «πᾱν δέ τ ἐπισκύνιον κάτω ἕλκεται», Ομ. Ιλ.) 2. χάμω, πάνω στη γη, πάνω στο έδαφος (α. «εμείς θα κοιμηθούμε κάτω» β. «έριξε κάτω τα μάτια της»… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”